πυρκαγιά

πυρκαγιά
Παλιά γραφή πυρκαϊά. Φαινόμενο καύσης περισσότερο ή λιγότερο εκτεταμένο, το οποίο προκαλεί ζημιές σε κτίρια, αποθήκες υλικών, δάση, μεταφορικά μέσα. Σε όλες τις περιπτώσεις, η καύσιμη ύλη που τροφοδοτεί την π. είναι το οξυγόνο της ατμόσφαιρας. Η π. μπορεί να προκληθεί από αμέλεια ή απροσεξία –γύρω στο 50% των περιπτώσεων–, από βλάβες των εγκαταστάσεων, από δόλο, από τυχαία αίτια (όπως ο κεραυνός) και από αυτανάφλεξη, δηλαδή από το φαινόμενο οξείδωσης που μπορεί να εκδηλωθεί για παράδειγμα σε σωρούς χόρτων, σε αποθήκες ελαιούχων ουσιών και στους γαιάνθρακες. Πυρκαγιές που προκάλεσαν καταστροφές σε μεγάλους οικισμούς σημειώθηκαν συχνά τις τελευταίες δύο χιλιετίες εξαιτίας της μεγάλης χρήσης του ξύλου στην κατασκευή κατοικιών, της πυκνότητας των οικισμών και της ανεπάρκειας των μέσων για την καταπολέμηση της φωτιάς. Από τις πολλές π., στην αρχαία Ρώμη έμειναν στην ιστορία οι δύο μεγάλες, του 64 και του 192, που έγιναν την εποχή των αυτοκρατόρων Νέρωνα και Κομμόδου. Η Βενετία καταστράφηκε στο μεγαλύτερο μέρος της το 1106, το Λονδίνο, που είχε ήδη υποστεί μεγάλες καταστροφές από π. το 798 και το 982, υπέστη νέα, μεγαλύτερη, το 1662, που έμεινε στην ιστορία με το όνομα great fire (μεγάλη π.). Πασίγνωστη είναι η π. που έβαλαν οι Ρώσοι στη Μόσχα το 1812 για να εμποδίσουν τον στρατό του Ναπολέοντα να εγκατασταθεί εκεί· το 1871 μια π. προκάλεσε τέτοιες καταστροφές στο Σικάγο, τόσο που χρειάστηκαν σχεδόν τέσσερα χρόνια για να ανοικοδομηθεί η πόλη· το 1906 ο Άγιος Φραγκίσκος καταστράφηκε από π. την οποία προκάλεσε τρομερός σεισμός που συγκλόνισε την πόλη. Αναφέρονται συνήθως μόνο οι πλέον γνωστές π., αλλά ο κατάλογος ανάλογων καταστροφών είναι πλουσιότατος σε ονόματα πόλεων και χρονολογίες: π.χ. τον 18o αι., σε διάστημα μικρότερο από σαράντα χρόνια, η Κωνσταντινούπολη έζησε τέσσερις σοβαρότατες π., και το Παρίσι υπέστη σοβαρές καταστροφές από π. το 1871 και το 1897. Μέσα για την κατάσβεση. Ενώ άλλοτε χρησιμοποιούσαν σχεδόν μόνο το νερό –που σε αρκετές περιπτώσεις είναι ελάχιστα αποτελεσματικό, ιδιαίτερα όταν δεν εκτοξεύεται με μεγάλη πίεση ή ψεκασμό– σήμερα χρησιμοποιούνται διάφορα συστήματα και υλικά, προσαρμοσμένα στη φύση των καιόμενων υλών. Π.χ. το νερό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τα εύφλεκτα ρευστά, που είναι ελαφρύτερα από αυτό, ούτε στις περιπτώσεις όπου θα μπορούσαν να σημειωθούν βραχυκυκλώματα στις ηλεκτρικές εγκαταστάσεις. Στην πρώτη περίπτωση χρησιμοποιούνται φορητοί ή κεντρικοί με μόνιμη σωλήνωση πυροσβεστήρες αφρού, ενώ στη δεύτερη χρησιμοποιούνται πυροσβεστήρες με τετραχλωρίδιο του άνθρακα, που είναι μονωτικό. Όταν πρέπει να δημιουργηθεί αδρανής ατμόσφαιρα, εκτός από τους πυροσβεστήρες με το τετραχλωρίδιο, χρησιμοποιούνται και άλλοι με ανθρακικό ανυδρίτη. Στην περίπτωση δασών και μεγάλων φυτειών, παρεμποδίζεται η επέκταση της π. με το κόψιμο των γύρω δέντρων σε πλατιά ζώνη, σύμφωνα με την κατεύθυνση του αέρα που φυσά. Χαλκογραφία της εποχής που εικονίζει την πυρκαγιά του Σικάγο του 1871, που κατάστρεψε όλη την πόλη. Φωτογραφία από μεγάλη πυρκαγιά σε εργοστάσιο κοντά στο Παρίσι το 1942. Η φωτογραφία είναι παρμένη τη νύχτα. Στιγμιότυπο από μεγάλη πυρκαγιά σε δάσος της νοτιοδυτικής Γαλλίας (φωτ. ΑΠΕ). Μεγάλη πυρκαγιά σε προάστιο της Ισπανικής πρωτεύουσας μετά από έκρηξη αγωγού γκαζιού (φωτ. ΑΠΕ).
* * *
η, Ν
βλ. πυρκαϊά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • πυρκαγιά — η κάψιμο πραγμάτων σε μεγάλη έκταση: Έβαλαν πυρκαγιά στο δάσος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Άγιον Όρος ή Άθως — Πολιτεία μοναχών (2.262 κάτ.) που άνθησε ιδιαίτερα στους βυζαντινούς χρόνους. Το Ά.Ό. είναι βουνό με άφθονα δάση (2.033 μ.), στη νότια άκρη της ανατολικής χερσονήσου της Χαλκιδικής, από το οποίο ονομάστηκε έτσι και η χερσόνησος (332,5 τ. χλμ.).… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… …   Dictionary of Greek

  • Ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

  • ντουμάνι — το 1. πυκνός καπνός που οφείλεται συνήθως σε πυρκαγιά ή σε τσιγάρα 2. πυρκαγιά, φωτιά 3. μτφ. α) καταχνιά, ομίχλη β) σκόνη, κονιορτός γ) μεγάλη ποσότητα, πληθώρα, αφθονία 4. φρ. «στο ντουμάνι τού Θεού» στη δευτέρα παρουσία, επειδή, σύμφωνα με τις …   Dictionary of Greek

  • ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

  • Αλεξάνδρεια — I (αιγυπτ. Al Iskandariyah, διεθν. Alexandria).Πόλη (3.806.300 κάτ. το 2002) της Αιγύπτου, η δεύτερη κατά σειρά μεγέθους και το σπουδαιότερο λιμάνι της. Βρίσκεται στη βορειοδυτική κορυφή του Δέλτα του Νείλου σε μια στενή γλώσσα ξηράς, που χωρίζει …   Dictionary of Greek

  • Ισημερινός ή Εκουαδόρ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ισημερινού Έκταση: 283.560 τ. χλμ. Πληθυσμός: 13.447.494 (2002) Πρωτεύουσα: Κίτο (1.399.814 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής, στην οροσειρά των Άνδεων. Συνορεύει στα Β με την Κολομβία και στα Α και Ν με το… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”